H.NEWMAN: Χρειάζεται συνεργασία και διάλογος με τις ΗΠΑ.

 

του Henry Newman

 

Η ρητορική απομονωτισμού του προέδρου Trump έχει δικαίως προκαλέσει ανησυχία -αλλά η απομόνωση ενός υποστηρικτή του απομονωτισμού δεν είναι η απάντηση. Η Theresa May θα πρέπει να επαινεθεί για την επιτυχημένη της επίσκεψη στις ΗΠΑ και για την καθιέρωση μιας προσωπικής σχέσης εργασίας με τον πιο ισχυρό πολιτικό στον κόσμο.

Σε άρθρο του στους The Times, ο Lord Ricketts, πρώην υψηλόβαθμος διπλωμάτης, άσκησε κριτική στην επέκταση της πρόσκλησης επίσημης επίσκεψης προς τον πρόεδρο Trump και παρατήρησε ότι δεν υπάρχει προηγούμενο για μια τέτοια επίσκεψη στον πρώτο χρόνο θητείας ενός προέδρου. Αυτό μπορεί να ισχύει. Αλλά η πρωθυπουργός έχει δίκιο που ασχολείται από νωρίς με τον Donald Trump. Κανένας άλλος πρόεδρος μετά τον Πόλεμο δεν έχει προωθήσει τέτοιες ευρείες αλλαγές στην πάγια αρχιτεκτονική της διεθνούς τάξης.

Η επίσκεψη της Theresa May στην Ουάσιγκτον παρακολουθούνταν στενά στην Ευρώπη. Ένα editorial στη Le Monde επαίνεσε την πρωθυπουργό που αντιμετώπισε τον Trump ως έναν "αδιόρθωτο Ευρωπαίο” παρουσιάζοντας "τις αρετές της ελευθερίας και της ανεκτικότητας”, και "αναγκάζοντας επιδέξια” τον πρόεδρο να την αποδεχθεί όταν εκείνη δήλωνε ότι είχε εξασφαλίσει την πλήρη στήριξή του για το ΝΑΤΟ. Οι λογικοί Ευρωπαίοι την χειροκροτούν και βλέπουν την Βρετανία ως μια πιθανή κρίσιμη γέφυρα στην Αμερική. Θα πρέπει να συνεχίσουν να το κάνουν ιδιαίτερα εάν συνεχίσει να υποστηρίζει ότι μια ισχυρή ΕΕ είναι προς το συμφέρον της Βρετανίας και της Δύσης.

Η ομιλία της πρωθυπουργό στους Ρεπουμπλικάνους στο Κογκρέσο, ήταν κατά κάποιο τρόπο εξίσου σημαντική με τον διάλογό της με τον πρόεδρο -θα είναι η Βουλή και η Γερουσία που θα ελέγχουν και θα ισορροπούν την εκτελεστική εξουσία, και οι οποίοι θα συμφωνήσουν σε ένα νέο deal ή συνθήκη με το Ηνωμένο Βασίλειο. Επισήμανε στους Ρεπουμπλικάνους, στην Φιλαδέλφεια, την κοινή ατζέντα Βρετανίας και Αμερικής στην μεταρρύθμιση αντί της απόρριψης των Ηνωμένων Εθνών και του ΝΑΤΟ καθώς και ενα ολοκληρωμένο και εντυπωσιακό όραμα εξωτερικής πολιτικής.

Ο Λόρδος Ricketts έχει επίσης εγείρει ανησυχίες ότι η ίδια η Βασίλισσα βρέθηκε σε "πολύ δύσκολη θέση δεδομένης της αυξανόμενης διαμάχης γύρω από την επίσκεψη. Είναι ασφαλώς σωστό να σημειωθεί ότι η προεδρία του Trump αποδεικνύεται ήδη αμφιλεγόμενη -αν μη τι άλλο εξαιτίας του εκτελεστικού διατάγματος της "προστασίας του έθνους από την ξένη είσοδο τρομοκρατών στις Ηνωμένες Πολιτείες”. Αλλά η Βασίλισσα έχει φιλοξενήσει με επιτυχία επίσημες επισκέψεις από ορισμένους εκ των πιο αμφιλεγόμενων ηγετών καθώς και από άλλους διχαστικούς πολιτικούς. Ακόμη και αν περιοριστούμε σε αμερικανικά παραδείγματα, ο πρόεδρος Reagan επισκέφθηκε το 1982, σε μια περίοδο ευρείας λαϊκής υποστήριξης για τον μονομερή πυρηνικό αφοπλισμό, και ο πρόεδρος Bush το 2003, μετά από μεγάλες διαδηλώσεις εναντίον του πολέμου του Ιράκ. Η διαμάχη δεν μπορέι να είναι η σωστή δοκιμασία για το εάν είναι σωστό η κυβέρνησή μας να προσφέρει σε ξένους ηγέτες κρατών, συναντήσεις με τον επικεφαλής του κράτους μας.

Στα επόμενα χρόνια, οι πολιτικοί του Ηνωμένου Βασιλείου όλων των κομμάτων οφείλουν να εργάζονται στενά με τον πρόεδρο trump και με άλλους εκλεγμένους αντιπροσώπους στα σώματα του Κογκρέσου, με τον τροπό με τον οποίο έχουν ξεκινήσει ήδη η πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών. Μπορούμε να ελπίζουμε ότι η αμερικανική κυβέρνηση θα επιδείξει λιγότερη βιασύνη και περισσότερη φροντίδα για την μελλοντική νομοθεσία της, και μπορούμε να ελπίζουμε περαιτέρω ότι θα επηρεάσουμε την κατεύθυνση που θα πάρουν, αλλά δεν μπορούμε να περιμένουμε ότι θα συμφωνούμε με ολα όσα επιλέγουν να κάνουν. Χρειαζόμαστε περισσότερη συμμετοχή και διάλογο, όχι λιγότερα. Και ενώ μπορεί να ασκούμε κριτική και να αντιδρούμε σε αποφάσεις δημοκρατικών ηγετών στην Ουάσιγκτον, οι γελοίες συγκρίσεις με φασίστες είναι άχρηστες. Οι πολιτικοί χρειάζεται να είναι προσεκτικοί στην γλώσσα που επιλέγουν, να αποφύγουν τη βιαστική και απερίσκεπτη ρητορική, και να υποστηρίξουν την κυβέρνηση στο να μεγιστοποιήσει την εμβέλεια της Βρετανίας στην Αμερική.

Πηγή: capital.gr / openeurope.org