Η εκπαίδευση ως ισχυρό θεμέλιο ανάπτυξης.

Η πανδημία του κορωνοϊού σκιάζει τις επαγγελματικές προοπτικές εκατομμυρίων Αμερικανών, αλλά ακόμη και αφότου παρέλθει η κρίση, η αξιοποίηση των δυνατοτήτων της χώρας θα συνιστά σοβαρή πρόκληση για τη νέα κυβέρνηση του Τζο Μπάιντεν. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, για να  στηρίξουν μια δυναμική και βιώσιμη ανάκαμψη με ένα ακμάζον, καλά αμειβόμενο εργατικό δυναμικό, θα πρέπει να θωρακίσουν τους ανθρώπους με τις απαιτούμενες από την οικονομία δεξιότητες.

Εάν το έργο αυτό ήδη από το σχολείο αποτύχει, καμία μεταγενέστερη παρέμβαση δεν μπορεί να καλύψει το χάσμα που δημιουργείται ανάμεσα σε διαφορετικές πληθυσμιακές ομάδες. Θέτοντας, λοιπόν, η χώρα την εκπαίδευση ως το πιο ισχυρό θεμέλιο, θα πρέπει στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης ατζέντας για το εργατικό δυναμικό να προβλέψει υψηλότερες επενδύσεις στην επαγγελματική αποκατάσταση και στην τεχνική εκπαίδευση, αλλά και να συνδράμει τους εργαζομένους να αποκτήσουν κατάρτιση και να διαμορφώσει συνεργασίες μεταξύ εκπαιδευτικών ομίλων και εργοδοτών.

Η μεταρρύθμιση του πλαισίου της μεταναστευτικής πολιτικής θα μπορέσει και αυτή να διαδραματίσει ένα ρόλο, διότι οι ξένοι με ταλέντο και φιλοδοξίες μπορούν να βοηθήσουν στην αναζωογόνηση της οικονομίας. Πάρα πολλά από τα σχολεία των ΗΠΑ υστερούν, ιδίως όταν έχουν στις τάξεις τους μαθητές από οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα.

Η ομάδα των συνεργατών του νέου προέδρου Τζο Μπάιντεν πρέπει να πιέσει για ποιοτικότερες προδιαγραφές και περισσότερη καινοτομία. Eνας τρόπος είναι να υποστηρίξει τα δημόσια πρότυπα σχολεία υψηλής ποιότητας, αλλά και να αναπτύξει τεχνικά γυμνάσια, που επικεντρώνονται στην επαγγελματική αποκατάσταση των μαθητών. Οι ΗΠΑ πρέπει να επεκτείνουν τις δυνατότητες πρόσβασης σε μαθήματα πληροφορικής και ψηφιακού αλφαβητισμού, καθώς και να προσλάβουν περισσότερους διδάσκοντες, ώστε να καλυφθούν οι ελλείψεις σε κοινότητες που δεν έχουν τους απαραίτητους δασκάλους συνολικά, και ειδικά για τη διδασκαλία μαθηματικών, φυσικής και τεχνολογίας. Το πρώτο λόγο, βεβαίως, τον έχουν οι πολιτείες, όμως από την πλευρά της και η Ουάσιγκτον θα πρέπει να δώσει κίνητρα για τη μεταρρύθμιση της εκπαίδευσης και να ανταμείψει όσους καταβάλλουν προσπάθειες. 

Τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών είναι πιθανό να αντιδράσουν σε ορισμένες προβλέψεις της ατζέντας Μπάιντεν και ίσως ο τελευταίος, ως φίλα προσκείμενος στο συνδικαλίζεσθαι, να επηρεαστεί. Είναι ενθαρρυντικό το ότι επέλεξε ως υπουργό Παιδείας τον Μιγκέλ Καρντόνα, έναν μετριοπαθή Δημοκρατικό ο οποίος δεν είναι συνδικαλιστικός ηγέτης. Το να αυξηθούν οι οικονομικές ευκαιρίες για όλους απαιτεί δουλειά σε βάθος χρόνου, ωστόσο, η έλλειψη δεξιοτήτων είναι θέμα που πρέπει εδώ και τώρα να αντιμετωπισθεί. Πριν από την πανδημία, οι κενές θέσεις εργασίας στις ΗΠΑ είχαν φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ των σχεδόν 7 εκατ. Από τους αντίστοιχους εργοδότες, το σχεδόν 70% δυσκολευόταν να εντοπίσει προσωπικό για να καλύψει βασικές θέσεις εργασίας. Εν μέρει, αυτό φανέρωνε μια υγιή αγορά εργασίας, καθώς και το γεγονός πως δεν υπήρχαν εργαζόμενοι με τα αναγκαία προσόντα, εννοώντας όχι μόνο προγραμματιστές λογισμικού και ειδικούς στον κυβερνοασφάλεια, αλλά και ηλεκτρολόγους, συγκολλητές και μηχανικούς. 

Η γεφύρωση του χάσματος δεξιοτήτων είναι ένας καλύτερος τρόπος προκειμένου να δαπανηθούν δημόσια κονδύλια, από τη διαγραφή φοιτητικών δανείων, όπως πρότεινε ο Τζο Μπάιντεν. Χρειάζεται να αυξηθεί η χρηματοδότηση σε διετή κέντρα κατάρτισης, των οποίων οι δεξιότητες καλύπτουν θέσεις εργασίας άνευ πτυχίου, αλλά με μεγάλη ζήτηση. Επίσης, θα πρέπει η οικονομική βοήθεια προς μαθητές οικογενειών με χαμηλό εισόδημα να επεκταθεί προς ενήλικους μαθητές και κρατουμένους. Παράλληλα, καλό είναι να ασκηθεί πίεση για κατάρτιση νομοθεσίας, η οποία θα συνδράμει την κυβέρνηση να παρακολουθεί εάν οι μαθητές και οι μαθήτριες των προγραμμάτων κατάρτισης τελικώς βρίσκουν καλές δουλειές.

Πηγή: kathimerini.gr / bloomberg.com