Γ.ΠΡΟΒΟΠΟΥΛΟΣ: Προοπτικές για πιο γρήγορη ανάκαμψη της οικονομίας.

«Μετά από σοβαρές καθυστερήσεις και αβεβαιότητες, η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα μπροστά σε νέες συνθήκες που υπό προϋποθέσεις δίνουν νέα προοπτική στην οικονομία», δήλωσε σήμερα ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιώργος Προβόπουλος. Όπως τόνισε ο ίδιος, μιλώντας στην διαρκή επιτροπή οικονομικών υποθέσεων της Βουλής, «οι εξελίξεις αυτές είναι θετικές και δημιουργούν βάσιμες προσδοκίες ότι η ελληνική οικονομία θα μπορούσε να ανακάμψει ίσως και συντομότερα απ' ό,τι προβλέπεται σήμερα».

Ο κ. Προβόπουλος παρουσίασε στην επιτροπή την Ενδιάμεση Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος για τη Νομισματική Πολιτική 2012.

«Για να συμβεί αυτό, απαιτείται συνεπής εφαρμογή όσων θεσμοθετήθηκαν, παράλληλα με δράσεις που επισπεύδουν την ανάκαμψη και ένα ευρύτερο πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Αν όμως υπάρξουν καθυστερήσεις, η ανάκαμψη απομακρύνεται και οι επιπτώσεις αυτή τη φορά θα είναι πολύ βαρύτερες», τόνισε χαρακτηριστικά.

Σύμφωνα με τον ίδιο, πρέπει να αρθεί η αβεβαιότητα για τη θέση της Ελλάδος στη ζώνη του ευρώ, να ολοκληρωθεί ένα εθνικό σχέδιο για τη μετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό πρότυπο, να υπάρξει άμεση βελτίωση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης και απλοποίηση του νομοθετικού και κανονιστικού πλαισίου, να υπάρξει επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, αλλά και ένα σταθερό φορολογικό καθεστώς που θα οδηγεί σε μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης.

«Το σύστημα που σχεδιάζεται πρέπει να στηρίζεται στη διεύρυνση της φορολογικής βάσης μέσω περιορισμού της φοροδιαφυγής, ούτως ώστε να μπορέσει να περιορίσει την φορολογική επιβάρυνση των ήδη φορολογουμένων, η οποία έχει αυξηθεί υπέρμετρα, και να συμπεριλάβει φορολογικές ρυθμίσεις για την ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας και την επίσπευση της ανάκαμψης», τόνισε ο Διοικητής της κεντρικής τράπεζας.

Ο κ. Προβόπουλος σημείωσε πως παρά τις καθυστερήσεις, η πρόοδος των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων των τελευταίων 2,5 ετών δεν είναι αμελητέα. Στο πεδίο των δημοσιονομικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων ξεχωρίζει η αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος. Επίσης, είπε πως ιδιαίτερη σημασία έχουν η εισαγωγή του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού σχεδιασμού καθώς και η πρόσφατη θέσπιση μηχανισμού παρακολούθησης και εκτέλεσης των προϋπολογισμών όλων των υπουργείων και των φορέων της γενικής κυβέρνησης.

«Στο πεδίο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας έχουν γίνει ριζικές παρεμβάσεις, που αφορούν κυρίως την αποκέντρωση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την εισαγωγή περισσότερο ευέλικτων ρυθμίσεων για την απασχόληση και το χρόνο εργασίας», τόνισε.

Ακόμη, υποστήριξε πως στο πεδίο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην αγορά προϊόντων απλοποιήθηκαν αισθητά οι διαδικασίες αδειοδότησης όσον αφορά την ίδρυση και τη λειτουργία επιχειρήσεων, προχώρησε η απελευθέρωση των χερσαίων εμπορευματικών μεταφορών, έγιναν βήματα για το άνοιγμα "κλειστών" επαγγελμάτων και καταργήθηκε το καμποτάζ στον τομέα της κρουαζιέρας.

Αναφερόμενος στο τραπεζικό σύστημα ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος σημείωσε πως εξακολουθεί να αντιμετωπίζει πρωτοφανείς προκλήσεις στη ρευστότητα και την κεφαλαιακή του επάρκεια, λόγω της κρίσης χρέους που πλήττει τη χώρα.

Όπως είπε οι ελληνικές τράπεζες είναι εδώ και καιρό αποκομμένες από τις διεθνείς αγορές, αντιμετώπισαν μεγάλη εκροή καταθέσεων και σημαντικές απώλειες από την περικοπή του δημόσιου χρέους στο πλαίσιο του PSI. Υπό το πρίσμα αυτής της συγκυρίας, έπρεπε να προστατευθεί η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος καθώς γινόταν αντιληπτό ότι οποιοδήποτε λάθος βήμα θα πυροδοτούσε μια τραπεζική κρίση, με επιπτώσεις και πέραν της Ελλάδος.

«Η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και η ανασύνταξη του τραπεζικού συστήματος αποτελούν κομβικής σημασίας μεταρρυθμίσεις, καθώς η αύξηση των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών θα ενισχύσει την εμπιστοσύνη προς αυτές εκ μέρους των εγχώριων αποταμιευτών και των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών. Η εξέλιξη αυτή θα συμβάλει στη χαλάρωση των πιέσεων που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες επί της ρευστότητάς τους, καθώς θα επηρεάσει θετικά τη ροή των καταθέσεων και τη δυνατότητα πρόσβασης των ελληνικών τραπεζών στις διεθνείς αγορές χρήματος και κεφαλαίων», υπογράμμισε ο κ. Προβόπουλος.