Γιατί ο Πούτιν "επιστράτευσε" αμέσως την πυρηνική απειλή.

*Γράφουν οι Jonathan Stevenson και Steven Simon

Ο Ρώσος πρόεδρος απείλησε με πυρηνικά όπλα. ΗΠΑ και ΝΑΤΟ θα πρέπει να είναι λιγότερο υποχωρητικοί.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει κάνει αξιοθαύμαστη δουλειά ως προς την αντιμετώπιση των ρωσικών προσπαθειών παραπληροφόρησης, αποκαλύπτοντας τις εκτιμήσεις των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών για τις επιδιώξεις της Μόσχας και συμβάλλοντας στη συμπαγή πολιτική υποστήριξη που απολαμβάνει η Ουκρανία από τη Δύση για τα κυριαρχικά της δικαιώματα, αλλά και στην έμμεση στρατιωτική υποστήριξη για την υπεράσπιση των εδαφών της.

Η Ουάσιγκτον απάντησε –παρόλο που θα μπορούσε να τηρήσει σιγήν ιχθύος– στην έμμεση απειλή της Ρωσίας για χρήση πυρηνικών όπλων. Ο Βλαντίμιρ Πούτιν, κατά το διάγγελμα με το οποίο ανακοίνωσε τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ανέφερε χαρακτηριστικά ότι όποιος "προσπαθήσει να μας σταθεί εμπόδιο" θα αντιμετωπίσει πρωτόγνωρες συνέπειες "στην Ιστορία του". Κατόπιν, έδωσε εντολή στον Ρώσο υπουργό Άμυνας να θέσει σε επιφυλακή τις πυρηνικές δυνάμεις της Ρωσίας. Η απειλή δεν διατυπώθηκε ρητά, αλλά ήταν ξεκάθαρη. 

Απέναντι στην απειλή του κ. Πούτιν, ο Τζο Μπάιντεν και οι σύμβουλοί του δήλωσαν επανειλημμένα και εμφατικά ότι οι ΗΠΑ δεν θα ενεργήσουν με τρόπους που θα μπορούσαν να φέρουν τις αμερικανικές ή ΝΑΤΟϊκές δυνάμεις αντιμέτωπες με ρωσικά στρατεύματα. Ο ίδιος ο Μπάιντεν τόνισε ότι "δεν θα ξεκινήσουμε έναν Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Ουκρανία".ΗΠΑ και ΝΑΤΟ θα πρέπει να είναι λιγότερο υποχωρητικοί στις απειλές του κ. Πούτιν για χρήση πυρηνικών όπλων, όχι μόνο γιατί έχουν ταχθεί υπέρ της Ουκρανίας, αλλά και για να διασφαλίσουν την παγκόσμια γεωπολιτική σταθερότητα στο μέλλον.

Ο κ. Πούτιν έφερε τους υπεύθυνους χάραξης στρατηγικής ενώπιον μιας κατάστασης που δεν έχουν αντιμετωπίσει ποτέ στην πραγματικότητα: παρουσιάστηκε ως μια δύναμη που απειλεί με χρήση πυρηνικών όπλων για να κατακτήσει και όχι για να διασφαλίσει την επιβίωση του καθεστώτος του – τον δεύτερο δρόμο ακολουθούν χώρες όπως το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και το Πακιστάν δικαιολογώντας έτσι την κατασκευή ή ανάπτυξη πυρηνικών όπλων.

Στον αντίποδα, η αυτοσυγκράτηση που επιδεικνύουν οι ΗΠΑ αναφορικά με τις εξελίξεις στην Ουκρανία ενδέχεται να εγείρει κινδύνους σε βάρος της Ουάσιγκτον σε άλλες καταστάσεις. Για παράδειγμα, μια πυρηνική συμφωνία με το Ιράν, η οποία τη σήμερον μοιάζει εφικτή, μπορεί να "ναυαγήσει" εάν Ιράν και Ισραήλ οδηγηθούν στο συμπέρασμα ότι οι μεγάλες δυνάμεις θα απέχουν από συμβατικές στρατιωτικές επιχειρήσεις εφόσον οι αντίπαλοί τους διαθέτουν πυρηνικά όπλα, ή εάν η Τεχεράνη εκτιμήσει –σωστά ή λανθασμένα– ότι το Τελ Αβίβ δεν είναι διατεθειμένο να αντιδράσει σε τυχόν επιδείξεις συμβατικής ισχύος ενός εξοπλισμένου με πυρηνικά Ιράν.

Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους –με προεξέχοντα το ΝΑΤΟ– ανέπτυξαν ένα πλαίσιο συμβατικής και πυρηνικής αποτροπής. Στη δεκαετία του 1960, ένας από τους κορυφαίους διανοητές της χώρας σε θέματα πυρηνικής στρατηγικής, ο Herman Kahn, επινόησε μια "σκάλα κλιμάκωσης" που όριζε συγκεκριμένα επίπεδα στρατιωτικής εμπλοκής. Το κλειδί ήταν να διατηρηθεί, μέσω της στρατιωτικής υπεροχής, η ικανότητα αποτροπής του εχθρού.

Αυτό που πιθανότατα φοβάται ο κ. Πούτιν είναι η συμβατική στρατιωτική υπεροχή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ σε κάθε επίπεδο πολέμου – εκτός από το πυρηνικό. Εξ ου και η πρόωρη καταφυγή του σε πυρηνικές απειλές, οι οποίες επιχειρούν να εξουδετερώσουν ακόμα και τις περιορισμένες στρατιωτικές επιλογές του ΝΑΤΟ.

Σε επίπεδο "δόγματος", η Ρωσία θα αναγκαζόταν να χρησιμοποιήσει πυρηνικά όπλα σε μια σειρά από περιπτώσεις. Πρόσφατα ο Ντμίτρι Μεντβέντεφ, αναπληρωτής πρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας, αναφέρθηκε σε 4 από αυτές: επίθεση με πυρηνικό όπλο εναντίον της Ρωσίας, επίθεση με πυρηνικό όπλο εναντίον συμμαχικής της χώρας, επίθεση πραγματική ή επικείμενη σε κρίσιμες υποδομές που θα εξουδετέρωναν την αποτρεπτική πυρηνική ισχύ της Ρωσίας και, τέλος, οποιαδήποτε στρατιωτική επίθεση εναντίον της Ρωσίας ή των συμμάχων της που θα απειλούσε την ίδια την ύπαρξη του ρωσικού κράτους. Η Μόσχα θα μπορούσε –ως αντίποινα– να εξαπολύσει επίθεση κατά πόλεων ή  πυρηνικών εγκαταστάσεων σε εχθρικό έδαφος εκτοξεύοντας πυραύλους μεγάλης εμβέλειας.

Όπως οι Ηνωμένες Πολιτείες, έτσι και η Ρωσία διαθέτει τακτικά πυρηνικά όπλα, τα οποία έχουν εκθετικά μικρότερη ισχύ, αλλά θα μπορούσε καθένα από αυτά να δώσει έκρηξη 10 κιλοτόνων και δυνητικά έως και 50 κιλοτόνων ΤΝΤ (η ισχύς της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα ήταν περίπου 15 κιλοτόνων. Το ρωσικό "οπλοστάσιο" φαίνεται πως είναι πλήρες σε τακτικά πυρηνικά. Με το που ξεστόμισε την πυρηνική απειλή του, ο κ. Πούτιν έθεσε εμμέσως σε εφαρμογή το δόγμα "κλιμάκωση για την αποκλιμάκωση", σύμφωνα με το οποίο οι ρωσικές δυνάμεις θα χρησιμοποιούσαν χαμηλής ισχύος τακτικά πυρηνικά όπλα στην Ευρώπη για να προλάβουν τη μεγάλης κλίμακας συμβατική δράση του ΝΑΤΟ. Η αρχή αυτή δεν ταιριάζει με κανένα από τα παραπάνω σενάρια, αλλά συνάδει με τις δυνατότητες της Μόσχας.

Τα τακτικά πυρηνικά όπλα αποσταθεροποιούν την ισορροπία της αποτροπής. "Χαμηλώνουν" τα εμπόδια όσον αφορά τη χρήση πυρηνικών και θολώνουν τα όρια μεταξύ συμβατικού και πυρηνικού πολέμου. Η πυρηνική απειλή της Ρωσίας είναι επίσης πιθανό να ενισχύει το momentum για τον πυρηνικό εκσυγχρονισμό των ΗΠΑ. Αφού κάμφθηκαν οι ανησυχίες που είχαν εκφραστεί επί διακυβέρνησης Ομπάμα για τα πυρηνικά και τις αποσταθεροποιητικές επιπτώσεις τους, η αναθεωρητική στάση της κυβέρνησης Τραμπ είχε ως αποτέλεσμα να εξεταστεί η ανάπτυξη τακτικών πυρηνικών όπλων ως απάντηση σε ενδεχόμενη τοπικού χαρακτήρα και περιορισμένης κλίμακας επιθετική δραστηριότητα, μετά και τις ρωσικές νύξεις ότι το Κρεμλίνο θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα εν λόγω όπλα προληπτικά. 

Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες διπλασίαζαν τα τακτικά πυρηνικά όπλα ως απάντηση στη ρωσική απειλή, θα επανέφεραν την παγκόσμια κοινότητα σε κατάσταση "πυρηνικού τρόμου", σαν αυτή που βίωσε στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Η Ουάσιγκτον θα πρέπει να ανανεώσει την εμπιστοσύνη στη συμβατική αποτροπή τονίζοντας την προσήλωσή της στο καθιερωμένο πλαίσιο.

Η προσπάθεια αυτή θα μπορούσε να ξεκινήσει αντικρούοντας το αφήγημα του κ. Πούτιν, ο οποίος διατυμπανίζει ότι η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έγινε για να προλάβει την επίθεση του ΝΑΤΟ κατά της χώρας του. Η εκδοχή του Πούτιν δεν είναι αξιόπιστη. Η στάση του ΝΑΤΟ είναι σαφώς αμυντική, με μικρές προωθητικές αναπτύξεις που λειτουργούν ουσιαστικά ως τριπλή "περίφραξη" και μια πολυεθνική εφεδρική δύναμη για γρήγορη ενίσχυση της γραμμής άμυνας.

Η κυβέρνηση Μπάιντεν θα πρέπει να περιορίσει όσα λέει δημόσια πως ΔΕΝ θα κάνει σε στρατιωτικό επίπεδο. Τέτοιες αναφορές υποδηλώνουν ότι Ηνωμένες Πολιτείες και ΝΑΤΟ δεν πιστεύουν στην αποτρεπτική ισχύ της Συμμαχίας και αντιθέτως δίνουν βάση στον ισχυρισμό του κ. Πούτιν ότι με όποιον τρόπο και να υποστηρίξει το ΝΑΤΟ την Ουκρανία διακινδυνεύει έναν πυρηνικό πόλεμο. Η ίδια η στάση του Πούτιν υπονοεί πως κάτι τέτοιο δεν είναι αλήθεια. Ο Ρώσος πρόεδρος έχει ξεκαθαρίσει τις "κόκκινες" γραμμές του προς τη Δύση: μην αναμειγνύεστε στην απόπειρα ενσωμάτωσης της Ουκρανίας στη Ρωσία και μην στέλνετε στρατιωτικό εξοπλισμό στο Κίεβο. ΗΠΑ και ΝΑΤΟ έχουν παραβιάσει τις "κόκκινες" γραμμές του Πούτιν χωρίς να δεχθούν κάποιου είδους επίθεση από τη Ρωσία. Η διαιώνιση της ψευδαίσθησης πως η Ρωσία είναι έτοιμη να εφαρμόσει ακραία μέτρα λειτουργεί προς όφελος του κ. Πούτιν και μόνο.

Η σθεναρή αντίσταση των ουκρανικών δυνάμεων και η υποστήριξη της Δύσης προς το Κίεβο οδηγούν τη Μόσχα στο να "παγώσει" την επιχείρηση κατάκτησης –με στρατιωτικά μέσα– της γειτονικής χώρας και στο να εξετάζει το ενδεχόμενο μιας πολιτικής λύσης μέσω διαπραγματεύσεων. Ακόμα δικαιολογείται όμως κάποια επιφυλακτικότητα από πλευράς Δύσης. Τα πραγματικά όρια του κ. Πούτιν παραμένουν ασαφή. Οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να συνεχίσουν να στέλνουν στην Ουκρανία στρατιωτικό εξοπλισμό, ιδίως αντιαεροπορικά συστήματα και αντιαρματικά.

Συγχρόνως, οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους θα πρέπει να συνεχίσουν να εργάζονται ώστε να καταστήσουν το ΝΑΤΟ ικανό να απαντήσει με συμβατικά όπλα σε μια ενδεχόμενη ρωσική επίθεση κατά χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ ή σε έδαφος της Βορειο-Ατλαντικής Συμμαχίας, είτε αυτή είναι αποτέλεσμα συνειδητής απόφασης είτε "διάχυσης" των στρατιωτικών επιχειρήσεων που διεξάγονται στην Ουκρανία. Το μήνυμα προς τον κ. Πούτιν πρέπει να είναι ότι ΗΠΑ και ΝΑΤΟ απορρίπτουν κατηγορηματικά την προσπάθειά του να "κατεδαφίσει" το στρατηγικό οικοδόμημα της αποτροπής.

* Jonathan Stevenson: Συνεργάτης στο Διεθνές Ινστιτούτο Στρατηγικών Σπουδών και διευθυντής του περιοδικού Survival, υπηρέτησε στο προσωπικό του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας επί κυβέρνησης Ομπάμα και είναι συγγραφέας του βιβλίου "Thinking Beyond the Unthinkable".

Steven Simon: υπότροφος στο MIT και αναλυτής στο Ινστιτούτο Quincy για την Υπεύθυνη Κρατική Στρατηγική. Υπηρέτησε στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ και στο Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας επί κυβερνήσεων Ρεπουμπλικανών και Δημοκρατικών.

Πηγή : capital.gr